Το ακόλουθο άρθρο είναι μια εισαγωγή στο βιβλίο του Σπέαρ “The Book of Pleasure”. Γράφτηκε ως παράρτημα στο ανέκδοτο βιβλίο “Uncle Ramsey’s Bumper Book of Magick Spells”, μετά δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο τέταρτο τεύχος του αποκρυφιστικού περιοδικού “Agapé”, στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και αργότερα σε ελαφρώς τροποποιημένη μορφή για το “The Sorcerer’s Apprentice” έκδοση του “The Collected Works of Austin Osman Spare”, προσθέτοντας ένα υστερόγραφο στην πρωτότυπη έκδοση. Το δοκίμιο θεωρείτο για αρκετό καιρό η καλύτερη διαθέσιμη εισαγωγή για τις μαγικές θεωρίες του Σπέαρ.

Το άρθρο συνοψίζει το βιβλίο “The Book of Pleasure”, βοηθώντας τον αναγνώστη να βρει το δικό του δρόμο μέσα από τον μάλλον δύσκολο γραπτό λόγο του Σπέαρ. Επίσης, κάνει παραλληλισμούς με άλλα βοηθητικά κείμενα. Για μια πιο εκτενή αναφορά περί πρακτικής εργασίας με σφραγίδες κτλ. συνιστώ δύο εξαίσια βιβλία: Το “Liber Null” του Πήτερ Κάρολ και το “The Book of Results” του Ρέι Σέργουϊν. [Από τότε που γράφτηκαν αυτά εκδόθηκαν και άλλα σχετικά βιβλία].

The Book of Pleasure

(i)

«Στις παρυφές του μυστηρίου, το ανθρώπινο πνεύμα καταλαμβάνεται από ίλιγγο», έτσι έγραψε ο Ελιφάς Λεβί στο «Κλειδί των Μυστηρίων». Πράγματι, δεν μπορούμε να ζούμε για πάντα σε μια κατάσταση ιλίγγου και έτσι χρειάζεται να κρύβουμε τις παρυφές αυτές πίσω από πέπλα. Με το που αποφασίζουμε να δώσουμε όνομα ή σύμβολο στο Απόλυτο (π.χ. Θεός, Τίποτα, Τάο) προστατεύουμε τον εαυτό μας από το να το κοιτάξουμε κατά πρόσωπο· το πρώτο πέπλο έχει αναρτηθεί.

Το φιλοσοφικό σύστημα που είναι ευκολότερο να κατανοήσουμε και το ευκολότερο να γελοιοποιήσουμε, είναι αυτό με τα περισσότερα πέπλα. Για παράδειγμα, η εξαιρετική απλότητα του Ζεν Βουδισμού τον κάνει λιγότερο εύκολο να συζητηθεί παρά τις περίπλοκες πνευματικές ιεραρχίες κάποιων άλλων θρησκειών. Υπό αυτή την έννοια η φιλοσοφία του Σπέαρ χρησιμοποιεί αναλόγως λίγα πέπλα και αυτό σε συνδυασμό με τον δυσνόητο τρόπο γραφής του, κάνουν δύσκολη την επαρκή περιγραφή των ιδεών του.

Για παράδειγμα: ένα συχνό θέμα των κειμένων του είναι ότι δεν είμαστε ελεύθεροι, είμαστε σκλάβοι των πιστεύω και των συμβάσεων μας. Αυτό είναι πολύ εμφανές όταν παρατηρούμε άλλους ανθρώπους. Μπορεί να γελάμε με την μικρή που θλιμμένα αναφωνεί «Ω μαμά ΔΕΝ ΜΠΟΡΩ να φορέσω το ίδιο φόρεμα που φόρεσα στο πάρτι της Μάρκγι»· αλλά αλίμονο το καημένο κορίτσι έχει δίκαιο, πραγματικά δεν μπορεί! Σκεφτείτε επίσης τον αρχάριο στρατιώτη που για πρώτη φορά του ζητείται να σκοτώσει ένα άνθρωπο υπερασπιζόμενος την πατρίδα του· καθώς στοχεύει το τουφέκι δεν βρίσκεται σε θέση εξουσίας, αντί αυτού ο ίδιος είναι ένα πεδίο μάχης όπου ο Πατριωτισμός αντιμάχεται με την εντολή «ου φονεύσεις». Ίσως το πιο ξεκάθαρο παράδειγμα από όλα παρατηρείται από τον ξένο που βλέπει μια οικογένεια να καβγαδίζει, να αγωνίζεται μπλεγμένη σε ένα δίκτυο έντονων διαπροσωπικών συναισθημάτων που είναι χωρίς νόημα για κάποιον που είναι αμέτοχος...

Σε κάθε περίπτωση η αλήθεια του ισχυρισμού του Σπέαρ είναι πασιφανής και όμως η ΠΡΑΚΤΙΚΗ εφαρμογή της αποτυγχάνει όταν προσπαθούμε να δούμε τις δικές μας πράξεις από αυτή την σκοπιά. Αυτή η «απλή» στροφή της προσοχής μας προς τα μέσα είναι ουσιαστικά ένα βασικό πρόβλημα της εφαρμοσμένης ψυχολογίας· και είναι τέτοιες δυσκολίες (και όχι το πρόβλημα του να βρει την γλώσσα ενός κρεμασμένου ή το μάτι μιας αμφίβιας σαλαμάνδρας) που θα συναντήσει ο μαθητής της μαγείας του Σπέαρ.

Αντί να αναπτύξουμε το δικό μας σχέδιο, θα ξεφυλλίσουμε τις σελίδες του “The Book of Pleasure: (Self-Love) the Psychology of Ecstasy" και θα περιγράψουμε το σύστημα του Σπέαρ με την ίδια σειρά που ο ίδιος υιοθέτησε.

(ii)

Ξεκινά με «ορισμούς»:

«Οι Λέξεις Θεός, θρησκείες, πίστη, ήθη, γυναίκα κτλ. (όντας μορφές πεποίθησης) χρησιμοποιούνται για να υποδηλώσουν διαφορετικά «μέσα» για έλεγχο και έκφραση της επιθυμίας: μια ιδέα ενοποίησης μέσω του φόβου, υπό μια μορφή ή άλλη, η οποία αναγκαστικά οδηγεί σε εξάρτηση – τα φανταστικά όρια· που επεκτείνονται από την επιστήμη, η οποία προσθέτει ελάχιστα και ακριβοπληρωμένα μεγέθη στο ανάστημα μας, τίποτα περισσότερο.

Κία: Η απόλυτη ελευθερία η οποία όντας ελεύθερη είναι αρκετά ισχυρή ούτως ώστε να είναι «πραγματικότητα» και ελεύθερη οποτεδήποτε, έτσι δεν είναι δυνατή ή φανερή (εκτός από την στιγμιαία πιθανότητα της) μέσω ιδεών ελευθερίας ή «μέσων», αλλά με το Εγώ να είναι ελεύθερο να την λάβει. Όσο πιο λίγα λέγονται γι’ αυτό (Κία), τόσο λιγότερο δυσνόητο είναι. Να θυμάστε, η εξέλιξη διδάσκει με τρομερές τιμωρίες – ότι δηλαδή η κατανόηση είναι η ύστατη πραγματικότητα, αλλά όχι απόλυτη ελευθερία από την εξέλιξη.

Αρετή: Ανόθευτη Τέχνη

Διαστροφή: Φόβος, πεποίθηση, πίστη, έλεγχος, επιστήμη και τα λοιπά.

Αυτοαγάπη: Μια διανοητική κατάσταση ή διάθεση που προκαλείται από το συναίσθημα του γέλιου που μετατρέπεται σε αρχή, η οποία προσφέρει στο Εγώ αναγνώριση ή καθολική συσχέτιση, επιτρέποντας την συμπερίληψη πριν από την κατανόηση.

Εξάντληση: Εκείνη η κατάσταση κενότητας που προκαλείται μέσω της εξάντλησης μιας επιθυμίας, διαμέσου κάποιων μέσων εκτόνωσης, όταν η διάθεση συμφωνεί με τη φύση της επιθυμίας, π.χ. όταν το μυαλό ανησυχεί από τη μη-εκπλήρωση μιας τέτοιας επιθυμίας και αναζητά ανακούφιση. Δράττοντας αυτή την διάθεση και ζώντας την, η συνεπαγόμενη κενότητα ελκύεται από την διακριτική υποβολή της σφραγίδας».

Είναι ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι ο Σπέαρ, ήδη από το 1913, απορρίπτει την επιστήμη μαζί με την θρησκεία. Σε αυτό ήταν πιο μπροστά από την εποχή του. Ο Κρόουλυ, για παράδειγμα, δίνει έμφαση στη θετική πλευρά της επιστήμης, που επιτέλους μας απελευθέρωσε από την τυραννία της θρησκείας, ενώ ο Σπέαρ είδε ότι και η επιστήμη με την σειρά της θα μπορούσε να γίνει περιοριστική.

Η σελίδα διακοσμείται με κάποια σύμβολα, συμπεριλαμβανομένου και του ιερογλυφικού συμβόλου για το Κάι, ή «εγώ» στην Αιγυπτιακή ψυχολογία. Δεν φαίνεται να υπάρχει κάποιος συσχετισμός μεταξύ αυτού και του Κία. Δεν έχω βρει ακόμη την προέλευση αυτού του όρου, ή του ονόματος «Ζως» που ο Σπέαρ χρησιμοποιεί για τον εαυτό του. Στην τελευταία περίπτωση θα πω μόνο πόσο συχνά ο ήχος «Ζ» εμφανίζεται σε εμπνευσμένα κείμενα: Ζαρατούστρα (ο ήρωας του Νίτσε), “Znus is Znees” (ο τίτλος της αυτοβιογραφίας του Σ.Φ. Ράσσελ), Τζίζους, Ζούννους (η τελευταία αναγραμματισμένη λέξη στο “Septem Sermones ad Mortuos”) και στην σύναξη των Ζεντς στις γνωστικές λέξεις δύναμης.

Και ο A.E. (στο “Candle of Vision”) και ο Ρούντολφ Στάϊνερ ανεξάρτητα συσχετίζουν τους ήχους “Σ” και “Ζ” με φίδια και αναπαραγωγή. Στο “Earth: Inferno”, το πρώτο βιβλίο του Σπέαρ, ο όρος “Zod-Kia” εμφανίζεται χωρίς επεξήγηση.

(iii)

Το πρώτο κεφάλαιο φέρει τον τίτλο «Διάφορες Θρησκείες και Δόγματα ως Μέσα Ηδονής, Ελευθερίας και Δύναμης».

Ξεκινά ρωτώντας «Τι υπάρχει για να πιστεύεις, εκτός από τον Εαυτό;» και μετά συνεχίζει επιτιθέμενος σε διάφορες εναλλακτικές πεποιθήσεις, δείχνοντας το πώς όλες αποτυγχάνουν λόγω της θεμελιώδους δυαδικότητας στη βάση της συνείδησης. «Αντί αυτού, ο σοφός επιζητών της ηδονής προτρέπεται να γίνει Κιαϊστής και Καβαλώντας τον Καρχαρία της επιθυμίας του διασχίζει τον ωκεανό της δυαδικής αρχής, ερχόμενος σε επαφή με τον εαυτό του στην κατάσταση της Αυτοαγάπης».

Για παράδειγμα: «Κάποιοι επιδοκιμάζουν την ιδέα της Πίστης. Νομίζουν ότι πιστεύοντας ότι είναι θεοί (ή οτιδήποτε άλλο) θα γίνουν τέτοιοι, αποδεικνύοντας με όλα όσα κάνουν ότι είναι γεμάτοι από μη-πεποίθηση». Πράγματι, το να εμπιστεύεται κάποιος την πίστη μοιάζει με το να προσπαθείς να ξεπεράσεις την υψοφοβία σου αναγκάζοντας τον εαυτό σου να μην κοιτάξει κάτω: δουλεύει μόνο αν καταπιέσεις την φαντασία σου. Ο Σπέαρ συμπεραίνει μετά «αυτή η κλίση προς την πίστη είναι τόσο επιθυμητή; Εγώ, μέχρι τώρα δεν έχω δει άνθρωπο που να μην είναι ήδη Θεός».

Συνεχίζει κριτικάροντας την προσευχή, εκτός και αν πρόκειται για μέσο εξάντλησης. Κριτικάρει αυτούς που προσπαθούν να αποδείξουν την ενότητα των θρησκειών, αυτούς που εξυψώνουν την «αλήθεια», αυτούς που ισχυρίζονται ότι όλα είναι «συμβολικά» (και όμως απορρίπτουν τον σύγχρονο συμβολισμό), αυτούς που λένε ότι μόνο η γνώση είναι αιώνια και επίσης τους μάγους που κάνουν τελετουργίες. Σε αυτό το τελευταίο παράδειγμα κερδίζει τις καρδιές μας λέγοντας: «Δεν διαθέτουν μαγεία για να τονώσουν το συμβατικό, την χαρά ενός παιδιού ή ένα υγιές άτομο..».

Το δεύτερο κεφάλαιο φέρει το τίτλο «Ο Καταναλωτής της Θρησκείας» και περιγράφει το «Κία, στην Υπερβατική και την Διανοήσιμη Έκφανση του». Ξεκινά λέγοντας: «Δεν χρειάζεται όνομα, το αποκαλώ Κία, δεν τολμώ να το διεκδικήσω ως ο εαυτός μου. Το Κία που μπορεί να εκφραστεί μέσω διανοητικών ιδεών, δεν είναι το αιώνιο Κία, το οποίο κατακαίει όλες τις πεποιθήσεις, αλλά είναι το αρχέτυπο του «εαυτού» τα δεσμά της θνητότητας».

Η αρχή της τελευταίας εκείνης πρότασης θυμίζει, όχι χωρίς λόγο, την πρώτη γραμμή του “Tao Te Ching”, που έχει μεταφραστεί από τις εκδόσεις Πένγκουϊν του Ν.Κ. Λέιν:

«Ο δρόμος που μπορεί να ειπωθεί δεν είναι ο Σταθερός δρόμος.

Το ακατονόμαστο ήταν η αρχή του ουρανού και της γης.

Το ονοματισμένο ήταν η μητέρα των μυριάδων πλασμάτων.

Γι’ αυτό πάντοτε να απαλλάσσεις τον εαυτό σου από επιθυμίες για να παρατηρείς τα μυστικά του.

Μα πάντοτε να επιτρέπεις στον εαυτό σου να έχει επιθυμίες για να παρατηρείς τις εκφάνσεις του».

Το οποίο είναι ξανά κατάλληλο, εκτός από το ότι η συμβουλή της τελευταίας γραμμής είναι πιο ενδεικτική της συμβουλής πού θα παρατεθεί αργότερα από το "Septem Sermones". Ο Σπέαρ συνεχίζει λέγοντας: «Το Κία που μπορεί αόριστα να εκφραστεί σε λέξεις είναι το 'Ούτε-ούτε'». Αυτό το 'Ούτε-Ούτε' εξηγείται σε επόμενο κεφάλαιο. Είναι μια νοητική διαδικασία μέσω της οποίας ο Σπέαρ προσπαθεί να διαπεράσει τους περιορισμούς της δυαδικής σκέψης σε τέσσερα βήματα. Ξεκινάμε αναλογιζόμενοι κάποια ιδιότητα, για παράδειγμα το «φως». Η δυαδικότητα αμέσως το συνδέει με την αντίθετη ιδιότητα, το «σκοτάδι». Το επόμενο βήμα είναι να αναλογιστούμε το συνδυασμό αυτών των δύο ιδιοτήτων (όπως στο «σούρουπο») και μετά να επιχειρήσουμε να κάνουμε το επόμενο βήμα και να διαλογιστούμε πάνω στην απουσία των δύο ιδιοτήτων, το «Ούτε-Ούτε» σε αντίθεση με το «Και τα δύο μαζί - Και»

Ως διαλογισμός αυτό θυμίζει το κοάν των Ζεν Βουδιστών, με το οποίο οι ενασκούμενοι επιχειρούν να συγχύσουν την λογική και έτσι να την διαπεράσουν. Ένα παράδειγμα αυτού είναι το ευρέως γνωστό κοάν «Πώς είναι ο ήχος του ενός χεριού πού χειροκροτεί;» Ένα αρκετά κατάλληλο παράδειγμα, ειδικά όταν ο Σπέαρ αργότερα εισηγείται να δούμε το φως μέσω της ίδιας του της ιδιότητας και όχι μέσω της αντίθεσης του με το σκοτάδι.

Η περιγραφή του Σπέαρ για το Κία είναι κάπως συγκεχυμένη. Αυτό είναι ίσως αναπόφευκτο αν αναλογιστούμε την ίδια τη φύση του θέματος, αλλά δεν μπορώ να μην το συγκρίνω με την (για μένα) πολύ ξεκάθαρη νουθεσία του “Septem Sermones Ad Mortuos” του Κ.Γ. Γιούνγκ, όπου ο Βασιλίδης περιγράφει το Πλήρωμα, ένα πιθανό αντίστοιχο του Κία.

Αυτό θα πρέπει να διαβαστεί παράλληλα με τον Σπέαρ. Θα επιχειρήσω μια περίληψη, αλλά θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι αυτό είναι ένα φτωχό υποκατάστατο και ότι αναγκαστικά παραλείπει να απαντήσει σε αρκετές ενστάσεις οι οποίες όμως διαπραγματεύονται στο πλήρες κείμενο του “Septem Sermones”.

Ο Βασιλίδης ξεκινά λέγοντας ότι αρχίζει με το τίποτα, που είναι το ίδιο με την πληρότητα. Το Τίποτα είναι ταυτόχρονα άδειο και γεμάτο, μπορείτε να το αποκαλέσετε μαύρο, άσπρο ή ότι θέλετε, διότι έχοντας όλες τις ιδιότητες είναι σαν μην έχει καθόλου ιδιότητες. Αυτό το Τίποτα ονομάζεται Πλήρωμα και μέσα του η σκέψη και το ον παύουν να υφίστανται. Είναι πολύ άκαρπο να το σκεφτούμε διότι αυτό θα σήμαινε την αυτοδιάλυση.

Το Πλάσμα δεν είναι μέσα στο Πλήρωμα, αλλά μέσα στον εαυτό του. Πράγματι, το Πλήρωμα διαπερνά από παντού το Πλάσμα, αλλά το οποίο σε καμία περίπτωση δεν χρωματίζεται από αυτό ή συμμετέχει μαζί του, όπως δεν μπορούμε να πούμε ότι το φως χρωματίζει ένα παντελώς διάφανο σώμα. Εν τούτοις, μεταφορικά μιλώντας, αυτό μας κάνει μέρη του Πληρώματος και επίσης μεταφορικά, είμαστε ολόκληρο το Πλήρωμα. Τότε γιατί σκοτίζεται να μιλήσει για το Πλήρωμα, αν είναι όλα ή τίποτα; Απάντηση: από κάπου πρέπει να αρχίσει! Και ξεκινά από εκεί να σε απαλλάσσει από την αυταπάτη ότι υπάρχει κάπου κάποια σταθερή και αμετάβλητη αρχή. Το μόνο πράγμα για το οποίο μπορείς να είσαι σίγουρος είναι η «αλλαγή», αλλά το Πλάσμα είναι αυτό που μπορεί να αλλάξει και έτσι το μόνο σταθερό και σίγουρο πράγμα.

Πώς προήλθε το Πλάσμα; Απάντηση: δεν προήλθε. Τα δημιουργημένα όντα έρχονται και φεύγουν, όχι το Πλάσμα. Το δημιουργημένο ον όπως και η μη-δημιουργία ήταν ενσωματωμένα στο Πλήρωμα και έτσι ξεπεράστηκαν. Η ιδιαιτερότητα είναι ιδιότητα του Πλάσματος, ενώ το Πλήρωμα τα έχει όλα: ιδιαιτερότητα και ομοιομορφία.

Γιατί να συνεχίσουμε με τις «ιδιότητες» του Πληρώματος μετά από τα όσα έχουν λεχθεί; Απάντηση: ο άνθρωπος όντας μέρος του Πλάσματος, έχει την ιδιαιτερότητα σαν ουσία. Είναι η φύση του να ξεχωρίζει πράγματα. Όταν αναφερόμαστε στις ιδιότητες του Πληρώματος, δεν μαθαίνουμε τίποτα για το Πλήρωμα, στην πραγματικότητα αποκαλύπτουμε την ίδια μας την φύση, ή τρόπο σκέψης. Πρέπει να είμαστε ειλικρινείς απέναντι στη φύση μας και να συνεχίσουμε να ξεχωρίζουμε.

Γιατί πρέπει να ξεχωρίζουμε πράγματα; Απάντηση: αν πάψουμε να ξεχωρίζουμε πέφτουμε μέσα στο Πλήρωμα και παύουμε να είμαστε όντα. «Αυτός είναι ο θάνατος του όντος. Έτσι πεθαίνουμε ανάλογα με το κατά πόσο δεν ξεχωρίζουμε». Γι’αυτό το να μην ξεχωρίζει, είναι μεγάλος κίνδυνος για το ον.

Σε αυτό το σημείο φαίνεται ότι ο Βασιλίδης συμβουλεύει να ΜΗΝ κυνηγάμε το Κία, λέγοντας μας για του κινδύνους. Κάποιος θα μπορούσε να πει ότι ο κίνδυνος είναι μόνο για το ΟΝ και αν θέλουμε να υπερβούμε εκείνη την κατάσταση τότε ο κίνδυνος δεν μας αφορά. Εν τούτοις υπάρχουν εδάφια στα οποία ο ίδιος ο Σπέαρ αναφέρεται στους κινδύνους της ελευθερίας του Κία: «Η απόλυτη κενότητα είναι δύσκολη και επικίνδυνη γι’ αυτούς που κατευθύνονται από την ηθική, συμπλέγματα…»

Πρέπει να θυμόμαστε ότι η δυαδικότητα είναι το ΘΕΜΕΛΙΟ της συνείδησης και της δημιουργίας· έτσι που μόνο μια ΑΠΟΛΥΤΗ διάλυση μπορεί να την ξεφορτωθεί. Πρακτικά ο νόμος της δυαδικότητας θα διασφαλίσει ότι η όποια κατορθωτή έκσταση θα τείνει να εναλλαχτεί με αγωνία. Όπως ένα εκκρεμές αμφιταλαντευόμαστε μεταξύ καταστάσεων.

Τότε τι μπορεί να κερδίσει ο Κιαϊστής; Για να δώσω μια απάντηση συνεχίζω να παραφράζω το Sermon I.

Όπως προαναφέρθηκε πρέπει να συνεχίσουμε το παιγνίδι του να ξεχωρίζουμε τις ιδιότητες του Πληρώματος, το οποίο δεν έχει ιδιότητες, ούτως ώστε να καλλιεργήσουμε την δική μας ιδιαιτερότητα. Αυτές οι ιδιότητες έρχονται σε ζευγάρια: το Αποτελεσματικό και το Αναποτελεσματικό, Πληρότητα και Κενότητα, Ζωντανό και Νεκρό, Φως και Σκοτάδι, Καλό και Κακό κτλ.

Μέσα στο Πλήρωμα δεν υφίστανται, όντας εξισορροπημένο και έτσι κενό. Αλλά εφόσον είμαστε το ίδιο το Πλήρωμα (βλέπε πιο πάνω) έχουμε αυτές τις ιδιότητες. Αλλά είμαστε από το Πλάσμα και έτσι δεν έχουμε αυτές τις ιδιότητες σε μια άδεια κατάσταση ισορροπίας. Εφόσον η ιδιαιτερότητα είναι μέρος της ουσίας μας, τις διαθέτουμε σε ξεχωριστή μορφή, δηλαδή αντί για ισορροπημένες είναι ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΕΣ. «Το Πλήρωμα υπάρχει κομματιασμένο μέσα μας».

Βρισκόμαστε τώρα σε ένα σημαντικό σημείο: απομακρυνόμαστε από μια φιλοσοφία τελειότητας, (μέχρι τώρα η ιδέα του Κία θα μπορούσαμε να πούμε ότι ισοδυναμεί στον τελείως αληθή ισχυρισμό ότι «αν θέλεις να αποκτήσεις αυτά που επιθυμείς, θα πρέπει να σταματήσεις να έχεις επιθυμίες») προς μια εφαρμόσιμη φιλοσοφία ή σύστημα μαγείας. Έτσι θα παραθέσω πλήρως την επόμενη παράγραφο του Sermon I :

«Όταν κυνηγάμε το καλό ή το ωραίο ξεχνάμε την ίδια μας την φύση, πού είναι η ιδιαιτερότητα και παραδινόμαστε στις ιδιότητες του Πληρώματος, που είναι ζευγάρια αντιθέτων. Μοχθούμε να κατορθώσουμε το καλό και ωραίο, εν τούτοις ταυτόχρονα πιανόμαστε από το κακό και το άσχημο, εφόσον μέσα στο Πλήρωμα είναι ένα με το καλό και το ωραίο. Όταν όμως, παραμένουμε πιστοί στην φύση μας, που είναι η ιδιαιτερότητα, ξεχωρίζουμε τους εαυτούς μας από το καλό και το ωραίο και έτσι ταυτόχρονα, από το κακό και το άσχημο. Γι’ αυτό τον λόγο δεν πέφτουμε μέσα στο Πλήρωμα, δηλαδή, στην ανυπαρξία και την διάλυση».

Με την πιθανή εξαίρεση της τελευταίας πρότασης, αυτή η παράγραφος είναι απόλυτα σύμφωνη με το πρώτο κεφάλαιο του Σπέαρ και την κριτική του ενάντια σε αυτούς πού κινούνται ανεπιτυχώς προς την επιθυμία και αποκτούν και τα αντίθετα της.

Ως ένα παράδειγμα της πρακτικής εφαρμογής αυτής της ιδέας αναλογιστείτε το Sermon V όπου ο Βασιλίδης μιλώντας για «πνευματικότητα» και «σεξουαλικότητα», μας υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε να διαχωρίζουμε τους εαυτούς μας από αυτά. Δεν είναι ΔΙΚΕΣ μας ιδιότητες, υπό την έννοια του ότι τις κατέχουμε και τις περικλείουμε, αλλά η φύση τους είναι πάνω και πέρα από εμάς.

Έτσι, φυσικά, αυτός ο τρόπος σκέψης δεν είναι συμβατός με την μόρφωση μας του 20ου αιώνα (παρόλο που είναι απόλυτα συμβατός με την «πρωτόγονη» σκέψη) και γι’ αυτό δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν μια άμεση θεραπεία για τα προβλήματα κάποιου. Όμως θα ήθελα να ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ την πολύ μεγάλη αλλαγή πού πράγματι λαμβάνει χώρα στις ζωές αυτών πού ενθαρρύνουν αυτή την ιδέα να ευδοκιμήσει στις ζωές τους, εις βάρος της «ορθολογιστικής» υπόθεσης. Η σεξουαλικότητα τους για παράδειγμα, δεν είναι πλέον «ιδιοκτησία» τους, αλλά είναι κάτι πού βρίσκεται «εκτός» και επισκέπτεται κάποιον. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι η σεξουαλικότητα δεν είναι πλέον ιδιοκτησία πού κάποιος νιώθει την ανάγκη να συγκρίνει το δυναμικό της με αυτό κάποιου ανταγωνιστή του και δεν υφίσταται πλέον ο φόβος του να κατέχει υπερβολικά λίγη ή πολλή απ’ αυτή. Ούτε υπάρχει ο φόβος ότι είναι μια πεπερασμένη ποσότητα που κινδυνεύει να εξαντληθεί, ή να ατροφήσει αν δεν χρησιμοποιείται, ούτε είναι κάτι πού κάποιος μπορεί να πωλήσει σε άλλον. Αντί αυτού είναι κάτι που επισκέπτεται κάποιον.

Επομένως κάποιος πρέπει να γίνει ο αποπλανών για να αποπλανηθεί και για να ενθαρρύνει κάποιος την σεξουαλικότητα πρέπει να κάνει τον εαυτό του ελκυστικό απέναντι της. Για να την διώξει κάποιος, έχει στη διάθεση του ολόκληρη την παράδοση εξορκισμού πνευμάτων. Κατ’ ακρίβεια αυτή είναι μια ιδέα πού πρέπει να ζήσεις εμπειρικά και όχι να συζητάς.

Η πρώτη αυτή νουθεσία τελειώνει με την απάντηση στο εξής παράδοξο: αν είναι τόσο κακό το να κυνηγάμε μια ιδιότητα του Πληρώματος, τότε μπορούμε πραγματικά να κυνηγάμε την ιδιαιτερότητα; Μας υπενθυμίζεται κατ’ ακρίβεια ότι το Πλήρωμα δεν έχει ιδιότητες· τις δημιουργούμε μέσω της σκέψης. Δεν είναι η σκέψη μας, αλλά η ίδια η ΥΠΑΡΞΗ μας που έχει ιδιαιτερότητα. Επομένως θα πρέπει στην ουσία να μην κυνηγάμε την «ιδιαιτερότητα» αυτή καθ’ εαυτή, αλλά την ΔΙΚΗ ΜΑΣ ΥΠΑΡΞΗ. Με το να αγωνιζόμαστε για την ίδια μας την ύπαρξη επιτυγχάνουμε τον σκοπό μας· αλλά αλίμονο, η σκέψη μας αποξενώνει από την ύπαρξη. Έτσι ο σκοπός όλης της γνώσης που δόθηκε στο Sermon ήταν στην ουσία για να λειτουργήσει ως λουρί που περιορίζει τη σκέψη.

Νομίζω ότι οι Θελημίτες θα σηκώνονταν και θα χειροκροτούσαν στο τέλος αυτής της νουθεσίας!

Αυτό το δεύτερο κεφάλαιο του “The Book of Pleasure” περιέχει μια πρόταση που απαιτεί μια απολογία έτσι όπως είναι γραμμένη. Ο Σπέαρ γράφει «Όταν το Εν γέννησε τη δυαδικότητα, γέννησε την τριαδικότητα, γέννησε το τετραγράμματο». Από τη σκοπιά του συνήθους μηδενιστικού αποκρυφισμού της δημιουργίας αυτό είναι υπερβολικά εκκεντρικό. Όπως έχουμε δει είναι το Πλήρωμα που αναγκαστικά γεννά τη δυαδικότητα (0=2 στον σχηματικό τύπο του Κρόουλυ), διότι ότι αναδύεται από αυτό έρχεται μαζί με το αντίθετο του. Έτσι μόνο οι ζυγοί αριθμοί, ή αλλιώς οι «θηλυκές» αρχές, προέρχονται από το τίποτα. Και με κανένα τρόπο δεν μπορεί το Πλήρωμα να περιγραφεί ως «Ένα πράγμα». Αλλά αν και είναι παράλογο να μιλάμε για κάποιον άντρα που γεννά μια γυναίκα (το Εν γέννησε την δυαδικότητα) είναι αρκετά λογικό για ένα άντρα να γεννηθεί από μια γυναίκα (μια ενότητα που βρίσκεται μέσα σε μια δυαδικότητα). Μόλις αποκτήσουμε την δυαδικότητα έχουμε τα θεμέλια της συνείδησης και είναι η συνείδηση πού κοιτάζει προς τα πίσω στην αρχική δυαδικότητα και αντιλαμβάνεται ότι αποτελείται από δύο μονάδες. Έτσι η συνείδηση μπορεί να παρεκτείνει πίσω από εκείνη την δυαδικότητα και να αξιώσει μια ανώτερη ενότητα, ονομάζοντας το ως «η πράξη της εξαγωγής μιας δυαδικότητας από το Πλήρωμα».

Αυτό είναι φυσικά οικοδόμημα του έργου της συνείδησης και έτσι στην τελική άχρηστο. Όμως δημιουργεί νέες περιπλοκές, διότι το να μιλάμε για «μια πράξη δημιουργίας» απαιτεί ένα σημείο στο χρόνο (ένα «πριν» και ένα «μετά»). Όπως λέει ο Σπέαρ στην επόμενη του πρόταση «Η δυαδικότητα, όντας τριαδικότητα, είναι Χρόνος..».. Επομένως βρίσκουμε τον Κρόνο ή «Χρόνο», που αναπαριστάται στα πρώτα τρία σεφιρόθ του Δέντρου της Ζωής, αν και ακόμη δεν εμπεριέχουν αρκετό υλικό για μια τρισδιάστατη δημιουργία.

Ο Σπέαρ κλείνει το κεφάλαιο με την παρατήρηση των αναπόφευκτων πάνω και κάτω της ύπαρξης. Έκσταση για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα είναι δύσκολο να επιτευχθεί και χρειάζεται πολλή δουλειά. Με τι εξισορροπεί την έκσταση του; Μέτρο με Μέτρο, μέσω έντονου πόνου, θλίψη και δυστυχίες. Διάφοροι βαθμοί δυστυχίας εναλλάσσονται με έντονη ευχαρίστηση ηδονής και συναισθήματα λιγότερο αγχωτικά, αυτή φαίνεται να είναι η κατάσταση της συνείδησης και της ύπαρξης. Η Δυαδικότητα είναι ο νόμος.

Σε αυτό το σημείο ο τυχαίος αναγνώστης (θα ήμουν λιγότερο έκπληκτος αν έβρισκα ένα ταξί του Λονδίνου στο Νότιο Πόλο, παρά αν έβρισκα ένα τυχαίο αναγνώστη ακόμη μαζί μας) σκέφτεται να αφήσει το βιβλίο με απογοήτευση. Η δυαδικότητα είναι ο νόμος, έτσι ο Σπέαρ δεν μας πρόσφερε καμιά ελπίδα ανακούφισης.

Όμως υπάρχει μια μεγάλη διαφορά. Μπορεί να μην απελευθερωθούμε από την αποτυχία και την μιζέρια, αλλά μπορεί να είμαστε σε θέση να την χρησιμοποιήσουμε. Γνωρίζοντας το νόμο της δυαδικότητας μας δίνεται η ευκαιρία να διαχωρίσουμε τους εαυτούς μας από τις διεργασίες της. Ας εγκαταλείψουμε το τυφλό γλίστρημα προς την απόγνωση και να εφαρμόσουμε την μελετημένη κατάβαση και το σχέδιο για χρήση εκείνης της αναπόφευκτης απόγνωσης, για να στοχεύσουμε στο επόμενο ψηλό σημείο. Αυτό είναι το κλειδί της πρακτικής εργασίας του Σπέαρ ή αλλιώς ζωντανής μαγείας. Μπορώ μονάχα να πω ότι μέσω εξάσκησης και κατανόησης μπορεί πραγματικά να δημιουργηθεί η πιθανότητα αγαλλίασης μέσα στην απόγνωση. Κλείνω με αυτό το ωραίο σύμβολο δημιουργίας:

«Μια μορφή φτιαγμένη από δύο, πού είναι τρίπτυχη και έχοντας τέσσερις κατευθύνσεις».

(iv)

«Μονόλογος για την Αρχή του Θεού» είναι το επόμενο κεφάλαιο: κριτικάρει κάποιες σύγχρονες πεποιθήσεις.

«Δεν πιστεύετε στα Φαντάσματα και στο Θεό διότι δεν τα έχετε δει; Τι! Δεν έχετε δει ποτέ τα χλευαστικά φαντάσματα των πεποιθήσεων σας; Ναι, οι ίδιες οι ικανότητες σας και τα πιο παρατραβηγμένα σας Ψέματα είναι Θεοί! Ποιος είναι ο σφαγέας των Θεών σας, παρά ένας Θεός!»

Τα κείμενα του Νίτσε αξίζει να διαβαστούν μαζί με τον Σπέαρ, (πολλά εδάφια για παράδειγμα, στο «Χάραγμα της Μέρας», έχουν γραφεί έχοντας κατά νου το κεφάλαιο αυτό, αλλά ελπίζω να συγκρατήσω τον εαυτό μου από το να τα παραθέσω). Συγκεκριμένα το στυλ και η αίσθηση του «Τάδε εφη Ζαρατούστρα» αντικατοπτρίζεται στο “Anathema of Zos” του Σπέαρ (αυτόματης γραφής) μέσα από τέτοιες φράσεις: «Άσε τις απολαύσεις σου να είναι σαν ηλιοβασιλέματα, ΕΙΛΙΚΡΙΝΕΣ...ΑΙΜΑΤΗΡΕΣ...ΓΚΡΟΤΕΣΚΕΣ»· μαζί με τις αναφορές του Ζως για την αναγκαιότητα καθαρού αέρα και απομόνωσης.

Ωστόσο ο Νίτσε είχε πολύ μεγαλύτερο σεβασμό για την επιστήμη απ’ ότι ο Σπέαρ. Όπως ειπώθηκε προηγουμένως, τον καιρό του Νίτσε, η επιστήμη φαινόταν να είναι ο απελευθερωτής αντί ο τύραννος. Ο Σπέαρ μας ζητά να είμαστε πιο επικριτικοί απέναντι σ’ αυτά πού μας έχει δώσει η επιστήμη. Στο “Thundersqueak” για παράδειγμα εξηγείται το πώς ο κάθε θρίαμβος των αρχάριων τεχνολόγων πειραματιστών, ανάγεται ως «Θρίαμβος της Σύγχρονης Επιστήμης», αν και στην ουσία η μόνη επίδραση που μπορεί ΑΝΑΜΦΙΒΟΛΑ να αποδοθεί στην επιστήμη είναι η ικανότητα της να ΣΤΑΜΑΤΑ ορισμένα πράγματα από το να συμβαίνουν, π.χ. θρησκεία ή μαγεία.

Ο Σπέαρ περιγράφει πως η επιστήμη έχει «ανακαλύψει» νέες ασθένειες, δημιουργώντας τις έτσι στις πεποιθήσεις μας, για να τις υποφέρουμε και να επικαλούμαστε ξανά την επιστήμη για την θεραπεία τους. Περιγράφει με ποιο τρόπο τα «γεγονότα» παράγονται σε αντίθετα ζευγάρια: για παράδειγμα η ανακάλυψη ότι ο ήλιος ήταν εκατομμύρια μίλια μακριά, παρά λίγα μίλια μακριά, σήμαινε ότι έπρεπε επίσης να πιστέψουμε ότι ήταν πολύ πιο δυνατός από ότι πιστεύαμε προηγουμένως, ούτως ώστε να δικαιολογήσουμε την ποσότητα ζέστης που λαμβάνουμε από αυτόν.

Ο Σπέαρ διευκρινίζει το πώς είσαι «ένα» με μια πεταλούδα σε ένα ενδιαφέρον εδάφιο. Προσθέτει: «Έτσι αν βλάψεις την Πεταλούδα βλάπτεις τον εαυτό σου. Αλλά η πεποίθηση σου ότι δεν βλάπτεις τον εαυτό σου σε προστατεύει από την ζημιά...για κάποιο χρονικό διάστημα! Η πεποίθηση κουράζεται και δυστυχώς βλάπτεσαι!»

«Φοβάσαι να εισέλθεις σε ένα λημέρι με τίγρεις; Και όμως καθημερινά, άφοβα εισέρχεσαι σε λημέρια που κατοικούνται από πολύ πιο τρομερά όντα από τις τίγρεις [ανθρώπους δηλαδή], και εξέρχεσαι αλώβητος, γιατί;»

«Η επιστήμη είναι η καταραμένη αμφιβολία του πιθανού, ναι, αυτού που όντως υπάρχει! Δεν μπορείς να κατανοήσεις κάτι το ακατόρθωτο, τίποτα δεν είναι ακατόρθωτο, εσύ είσαι το ακατόρθωτο! Η αμφιβολία είναι καθυστέρηση (χρόνος), μα πώς τιμωρεί! Τίποτα δεν είναι πιο αληθινό από οτιδήποτε άλλο! Τι ΔΕΝ είσαι, έχεις ποτέ απαντήσει με ειλικρίνεια;»

(v)

Το επόμενο κεφάλαιο φέρει το τίτλο «Η Στάση του Θανάτου». Ένα όνομα που θυμίζει το σχόλιο του Βασιλίδη, ότι το ον πεθαίνει αναλόγως με τον βαθμό που δεν κάνει διαχωρισμούς.

Ο Σπέαρ ξεκινά προειδοποιώντας ότι οι αντικρουόμενες ιδέες για τον εαυτό δεν μπορούν να εξαλειφτούν, διότι είναι η αντίσταση σου που τους προσδίδει πραγματικότητα. Συνηγορεί για μια φόρμουλα μη-αντίστασης: «Δεν έχει σημασία – ευχαρίστησε τον εαυτό σου».

Εδώ περιγράφει τον κανόνα του «Ούτε-Ούτε» και μας λέει να θυμόμαστε να γελάμε πάντοτε, να αποδεχόμαστε όλα τα πράγματα και να μην αντιστεκόμαστε σε τίποτα: έτσι δεν υπάρχει σύγκρουση, ασυμβατότητα ή καταναγκασμός ως τέτοιος... «Ευχαρίστησε τον εαυτό σου» είναι το δόγμα του. Αυτή η τελευταία παράθεση υποδηλώνει σε μένα ότι εδώ στο 1913 ο Σπέαρ ήταν ο εκπρόσωπος για το αρνητικό ή «θηλυκό» αντίστοιχο του αρκετά θετικού «Κάνε ότι Θέλεις» του Κρόουλυ. Ήταν δύο πόλοι του ιδίου ρεύματος 93.

Ως επιβεβαίωση αυτών των εδαφίων θα μπορούσα να παραθέσω ολόκληρη την Ταοϊστική λογοτεχνία που γνωρίζω. Στο δεύτερο κεφάλαιο του “Tao Te Ching” λέει: «Επομένως ο σοφός εμμένει στην πράξη κατά την οποία συνίσταται να μην αναλαμβάνουμε καμιά δράση και εξασκεί την διδασκαλία που δεν χρησιμοποιεί καθόλου λέξεις».

Δεν θα παραθέσω εκτενή περιγραφή της Στάσης του Θανάτου και τις συγγενικές ασκήσεις. Υπάρχουν πολλές προκαταρτικές ασκήσεις, αμέτρητες όπως οι αμαρτίες, μάταιες από μόνες τους, αλλά ενδεικτικές των απώτερων σκοπών.

Τεντώνεσαι πλήρως, όσο σε παίρνει, πατώντας στις μύτες των ποδιών με το λαιμό τεντωμένο, τα χέρια δεμένα σφικτά στην πλάτη και με άκαμπτους βραχίονες. Ανάπνεε βαθιά και γρήγορα μέχρι να νιώσεις ζαλισμένος και εξαντλημένος. Αυτό σε προετοιμάζει για τη Στάση του Θανάτου· ξάπλωσε ανάσκελα, νωχελικά όπως όταν χασμουριέσαι, αναστέναξε και χαμογέλα. Ξέχνα τον χρόνο και τον κόσμο.

Αλλιώς μείνε να κοιτάζεις επίμονα τον εαυτό σου σ’ ένα καθρέφτη μέχρι που η όραση αρχίζει να καταρρέει, η προσπάθεια ξεχνιέται και αποκτάς ένα αίσθημα άφταστης απεραντοσύνης. Αυτό θα πρέπει να εφαρμόζεται πριν την Στάση του Θανάτου, ούτως ώστε να πάρετε μια ιδέα της διανοητικής κατάστασης.

Ας εξασκείται καθημερινά, αναλόγως μέχρι να φτάσει στο κέντρο της επιθυμίας. Έτσι, με το να παρεμποδίζεται η πεποίθηση και το σπέρμα γίνονται αγνά και κοσμικά (το τελευταίο είναι μια αναφορά στην αλχημική μεταστοιχείωση της σεξουαλικής ενέργειας).

Μου αρέσει αυτή η πρόταση: «Η αρχέγονη κενότητα (ή πεποίθηση) δεν επιτυγχάνεται μέσω της άσκησης του να συγκεντρώνουμε το μυαλό πάνω σε μια άρνηση όλων των αντιληπτών πραγμάτων...αλλά κάνοντας το τώρα, όχι πιο μετά». Θυμίζει μια ημι-Ζεν ιστορία όπου ο μαθητής ρωτάει τον Σπέαρ πώς να αποκτήσει την απελευθέρωση και λαμβάνει την απάντηση «Να! Μόλις την έχασες». Με άλλα λόγια: κάθε στιγμή η απελευθέρωση είναι τόσο κοντά πού ακόμη και η ερώτηση, μέσω καθυστέρησης, μας κάνει να χάσουμε την ευκαιρία να πηδήξουμε έξω από το χρόνο και να την αρπάξουμε.

Δεν μου ήταν καθόλου ξεκάθαρο για το ποιος θα μπορούσε να είναι ο συσχετισμός μεταξύ του μαγικού συστήματος του Σπέαρ και του Αιγυπτιακού συστήματος με την αφθονία των θεοτήτων του, μέχρι που θυμήθηκα τους αξιόλογους στοίχους 19 και 20 του ενδέκατου κεφαλαίου του «Θείου Ποιμένα» του Ερμή, όπως παρουσιάζεται στον Ερμή τον Τρισμέγιστο του G.R.S. Mead "Mind unto Hermes". Παραθέτω ένα απόσπασμα από τον 20ο στοίχο που γεφυρώνει αρκετά καλά αυτό χάσμα όντας πολύ ταιριαστό με το έργο του Σπέαρ, αν και σίγουρα Αιγυπτιακής έμπνευσης:

«Με αυτό τον τρόπο να βλέπεις το Θεό, έχοντας τα πάντα μέσα Του ως σκέψεις, ολόκληρο τον Κόσμο. Διότι αν δεν εξισώσεις τον εαυτό σου με τον θεό, δεν πρόκειται να τον κατανοήσεις... εφόσον τα όμοια κατανοούνται μόνο από τα όμοια. Ύψωσε τον εαυτό σου στο ίδιο ανάστημα αυτής της Μεγαλοσύνης που υπερβαίνει όλα τα μέτρα: πήδηξε προς τα εμπρός από κάθε σώμα, ξεπέρασε τον χρόνο, γίνε αιωνιότητα και έτσι θα γνωρίσεις το Θεό.

Να μην σκέφτεσαι τίποτα ως αδύνατο για τον εαυτό σου, θεώρησε ότι είσαι αθάνατος και ικανός να γνωρίσεις τα πάντα, όλες τις τέχνες, όλες τις επιστήμες, όλους τους τρόπους ζωής.

Γίνε ψηλότερος από όλα τα ύψη και χαμηλότερος από όλα τα βάθη. Μάζεψε μέσα σου τις αισθήσεις όλων των όντων, της φωτιάς και του νερού, ξηρά και υγρά. Σκέψου ότι είσαι ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη, στη στεριά, στη θάλασσα, στον ουρανό, αγέννητος, μέσα στη μήτρα, νέος, γέρος και πεθαμένος, σε μεταθανάτιες καταστάσεις.

Και αν κατανοήσεις όλα αυτά τα πράγματα ταυτόχρονα, χρόνους, μέρη, συμβάντα, ποιότητες και ποσότητες, θα μπορέσεις να κατανοήσεις το Θεό».

(vi)

Στο επόμενο του κεφάλαιο «Οι Νεφελώδεις Εχθροί Γεννήματα του Στάσιμου Αυτοϋπνωτισμού», ο Σπέαρ προσπαθεί να μας διευκρινίσει τον τρόπο με τον οποίο χρησιμοποιεί την λέξη «Πεποίθηση», φυσική πεποίθηση αντί για την συνειδητή «πίστη» που απορρίπτει στο πρώτο του κεφάλαιο. Λέει:

«Η Φύση της πεποίθησης ισοδυναμεί με όλες τις πιθανότητες που τελικά είναι αληθινές μέσω ταύτισης, μέσα από την κουλτούρα, με μια ιδέα του χρόνου, έτσι το πρόωρο δεν είναι αληθινό και αυτό που δεν είναι αληθινό, πρόγνωση. Η σκέψη ενός πράγματος σημαίνει την πιθανότητα μιας άλλης αντικρουόμενης ιδέας, αλλά όχι ξεχωριστής. Ο σκοπός της πεποίθησης είναι να κάνει την «μια», πιο πειστική. Το Κέντρο της πεποίθησης είναι η αγάπη κάποιου για τον εαυτό του, προβάλλοντας περιβάλλον για εκπλήρωση, αλλά επιτρέποντας την παραμόρφωση του για να υποκριθεί την απάρνηση του, μια φιλοδοξία για υπέρβαση της επιθυμίας του εαυτού, αλλά δεν μπορείς να πας πιο πέρα από το κέντρο, έτσι κάποιος πολλαπλασιάζει (πιστεύει), ούτως ώστε να αγνοήσει κι άλλο το θεμελιώδες».

Εδώ ο Σπέαρ φανερά αναφέρεται σε διαφορετικά επίπεδα πεποίθησης, πράγματι αναφέρεται σε αυτούς που επιθυμούν, ότι αρνούνται να πιστέψουν αυτό που πιστεύουν. Είναι η βαθύτερη ασυνείδητη πεποίθηση που προβάλλει το βασικό υλικό του περιβάλλοντος, οι πιο αδύνατες / κατώτερες και πιο συνειδητές πεποιθήσεις απλώς προσθέτουν φευγαλέες εντυπώσεις ή διαστρεβλώσεις και μετά ερχόμαστε στην πλήρη συνείδηση που συγχύζεται από αυτό το περιβάλλον και παλεύει να το ελέγξει. Έτσι η πολύ συνειδητή επιθυμία για, ας πούμε, πλούτη θα προκαλέσει εναντίωση από το περιβάλλον, διότι αναπόφευκτα σε κάποιο επίπεδο θα πρέπει να υπάρχει μια πεποίθηση που θέτει όρια για τα ενδεχόμενα πλούτη κάποιου. Αυτό το σχίσμα ή τύφλωση, είναι αναγκαία διότι έχουμε τάσεις φυγής. Αν η φύση δεν προσποιείτο για να μας ξαφνιάσει, θα πέφταμε πίσω, μέσα στον εαυτό.

Η βασική πεποίθηση της επιστήμης (και έτσι σχετικά σημαντικό μέρος του μυαλού του κάθε επιστήμονα) είναι ότι το σύμπαν είναι στην τελική νεκρό και ανιαρό. Η πρόοδος της επιστήμης σιγά-σιγά σκοτώνει το σύμπαν, αλλά υπάρχουν μικρές εκρήξεις εκπλήξεως στο μέτωπο του κύματος. Η τηλεόραση συχνά ανακοινώνει θαυμαστές καινούργιες ανακαλύψεις ή θεωρίες που απειλούν να ανατρέψουν τον επιστημονικό τρόπο σκέψης, αλλά δεν ξανακούμε γι’ αυτές. Είτε αποδεικνύονται επίσης ανιαρές ή με τη σειρά τους συντρίβονται παντελώς.

Έτσι βλέπουμε ότι η φύση, πράγματι παίζει με την επιστήμη, ρίχνοντας της απομεινάρια, όπως το τάισμα με ξηρούς καρπούς ενός πιθήκου στο κλουβί. Συνεπώς πάντοτε σώζει την επιστήμη από το να πέσει μέσα στον εφιάλτη της ύστατης επιτυχίας. Οι φλογερές εκστάσεις ανέλπιδης αγάπης δείχνουν καθαρά πώς η περισσότερη άρνηση φέρνει περισσότερη επιθυμία και λιγότερο κίνδυνο πραγμάτωσης.

Γι’ αυτό και η αποτελεσματική μαγεία απαιτεί να απομακρύνουμε την επιθυμία μας από τον Μέγα Αποβολέα και να την κατευθύνουμε προς τα κάτω, μέσα στο ασυνείδητο. Το σύστημα των σφραγίδων του Σπέαρ είναι σχεδιασμένο έχοντας κατά νου τον σκοπό αυτό.

Τέλος, το κεφάλαιο αυτό παρέχει στον κυνικό την απογοήτευση που ο ίδιος προσκαλεί. Ο Σπέαρ δεν αγνοεί τους περιορισμούς της ίδιας του της φιλοσοφίας. Θα πρέπει να χρησιμοποιούμε το Ούτε-Ούτε παντού. Πρέπει να διασκορπίσουμε όλες τις πεποιθήσεις ακόμη και στα ίδια τα κείμενα του Σπέαρ μέσω του Ούτε-Ούτε. Πράγματι πρέπει να ξεφορτωθούμε την ιδέα του Ούτε-Ούτε μέσω του Ούτε-Ούτε και να πειστούμε ότι δεν είναι απαραίτητη. Κάποιοι από μας θα το βρουν πολύ εύκολο!

Για μια άλλη αναφορά περί της υπέρβασης δυαδικοτήτων μέσω της εκμηδένισης τους μελετήστε τα σχόλια περί Μυστικιστικού Γάμου στο "Liber Aleph" του Άλιστερ Κρόουλυ, συγκεκριμένα τα κεφάλαια 20-25.

(vii)

Στο «Η Αυτοαγάπη σαν ένα Ηθικό Δόγμα και Αρετή» έχουμε ένα κεφάλαιο που θα μπορούσε σχεδόν ολοκληρωτικά να έχει συγκροτηθεί με παραθέσεις από τον Νίτσε και το "Tao Te Ching". Αναλογιστείτε τις αρχικές προτάσεις: «Το κριτήριο για δράση, είναι η ελευθερία της κίνησης, ο συγχρονισμός της έκφρασης, η απόλαυση. Η αξία του ηθικού δόγματος βρίσκεται στην ελευθερία της παραβίασης του. Το πιο πολύτιμο για μένα είναι η απλότητα». Ο Νίτσε θα ήταν επίσης ευχαριστημένος αν διάβαζε:

«Ο Αληθινός δάσκαλος δεν εμφυτεύει καμία γνώση, αλλά του δείχνει την ίδια του την υπεραφθονία. Ποιο είναι πιο κοντά σου, η Αυτοαγάπη και η ανηθικότητα της ή η αγάπη και η ηθική; Η τέλεια ελεημοσύνη αποκτά, γι’ αυτό το λόγο είναι ευεργετική για όλα τα πράγματα με το να μην δίνει· η γνώση είναι απλώς το περίττωμα της εμπειρίας».

Για την σύγκριση με το Ταοϊστικό δόγμα θα παρουσιάσω παραθέσεις του Σπέαρ από το κεφάλαιο του σε εναλλαγή με παραθέσεις από το "Tao Te Ching", σημειώνοντας τα ως Σ και Τ ανάλογα.

Σ: Δεν είναι τα πιο απλά πράγματα στον κόσμο τα πιο τέλεια, αγνά, αθώα και οι ιδιότητες τους οι πιο υπέροχες;

Τ: Το Ασμίλευτο Κομμάτι αν και φαινομενικά μικρής αξίας είναι σπουδαιότερο από οτιδήποτε υπάρχει κάτω απ’ τα ουράνια.

Σ: Όταν η πίστη καταστρέφεται, τότε και το καθήκον απέναντι στα ηθικά δόγματα καταστρέφεται, είμαστε χωρίς αμαρτία και αντέχουμε για πάντα μέσα στην αγάπη που όλα τα καταβροχθίζει.

Τ: Εξόρκισε την ανθρώπινη καλοσύνη, απέβαλε την ηθική και οι άνθρωποι θα είναι του καθήκοντος και συμπονετικοί.

Σ: Είναι επειδή γνωρίζω χωρίς να μαθαίνω...

Τ: Άρα ο σοφός...μαθαίνει να είναι χωρίς μάθηση.

Σ: Ο έλεγχος, είναι να αφήνουμε τα πράγματα να επεξεργάζονται την ίδια τους την σωτηρία...

Τ: Η διακυβέρνηση μια μεγάλης πολιτείας είναι σαν το βράσιμο μικρών ψαριών [δηλαδή να μην το πολυζορίζουμε].

Σ: Είναι συντονισμένος με το μεγάλο σκοπό. Οι πράξεις του εξηγούνται γι’ αυτόν, καλό φαίνεται μέσα από το κακό του, χωρίς να γνωρίζουν, όλοι είναι ικανοποιημένοι με την θέληση του.

Τ: Επομένως, ο σοφός τοποθετεί τον εαυτό του πάνω από τους ανθρώπους και όμως δεν τους είναι βάρος. Τοποθετεί τον εαυτό του μπροστά από τους ανθρώπους και όμως δεν προκαλεί καμιά παρεμπόδιση. Γι’ αυτό και η αυτοκρατορία τον υποστηρίζει πρόθυμα και ποτέ δεν κουράζεται να το κάνει.

Με το να παρουσιάζουμε αυτές τις παράλληλες παραθέσεις προσπαθούμε να αποδείξουμε ότι ο Σπέαρ αντίγραψε από πιο παλιές πηγές; Όχι. Αντί αυτού προσπαθούμε να ξεπεράσουμε την δυσκολία του ότι ο όρος του Σπέαρ «Αυτοαγάπη» θα είναι απωθητικός σε πολλούς από εμάς, διότι υποδηλώνει κάτι το οποίο νομίζουμε ότι γνωρίζουμε και απεχθανόμαστε. Αλλά σας ρωτώ, η ιδέα σας περί εγωισμού αξίζει πράγματι την λέξη «Αγάπη» στην «Αυτοαγάπη»;

Παίρνοντας δύο (με μια πρώτη ματιά πολύ διαφορετικά) κείμενα και εντοπίζοντας σε αυτά κάποια ομοιότητα μεταξύ των απελευθερωτικών τους ιδεών, ελπίζουμε να υποδείξαμε εναλλακτικές οδούς στη θεωρία του Σπέαρ, κάτι που θα βοηθήσει στην διάλυση αρχικών παρεξηγήσεων. Από την άλλη, έχουμε κάνει επίσης δυνατή την ενίσχυση της παρεξήγησης!

Μια τελευταία παράθεση που προκαλεί αμηχανία από τον Σπέαρ: «Μακάρι η ιδέα για το Θεό να καταστραφεί και μαζί της οι γυναίκες· δεν με έχουν κάνει και οι δύο να φαίνομαι γελοίος;»

(viii)

Στο «Δόγμα της Αιώνιας Αυτοαγάπης» συνοψίστηκαν πρωτύτερα εδάφια και δόθηκαν περαιτέρω διευκρινίσεις για τις ποιότητες και τα προτερήματα της Αυτοαγάπης.
Αν αυτό το βιβλίο είχε λίστα με περιεχόμενα, ο τίτλος του επόμενου κεφαλαίου θα τραβούσε αμέσως την προσοχή μας. Είναι «Η Πλήρης Τελετουργία και Δόγμα της Μαγείας». Πρώτα αναφέρει τη μυστικότητα, μετά δίνει ένα ορισμό της μαγείας που θα ευχαριστούσε κάποιον αλχημιστή: «Μαγεία, η ελαχιστοποίηση των ιδιοτήτων προς την απλότητα, κάνοντας δυνατή την μεταστοιχείωση τους ούτως ώστε να αξιοποιηθούν εκ νέου, κατευθυνόμενες, χωρίς εκμετάλλευση, καρποφορώντας πολλές φορές».

Ο Σπέαρ μετά μας υπενθυμίζει να αποφεύγουμε «Περίσκεψη, υπέρ-συνειδητότητα και συγκέντρωση». Αυτό είναι το δυσκολότερο μέρος, το να βγάλουμε την επιθυμία από το μυαλό μας, ούτως ώστε να επισπευτεί η επίτευξη του στόχου της, διότι η συνειδητή επιθυμία δεν δουλεύει. Ούτε θα χρειαστεί να έχουμε παραισθήσεις.

Η διαδικασία που περιγράφει είναι γι’ αυτούς που δεν έχουν υπερβεί το νόμο της δυαδικότητας (τι ανακούφιση!) και έτσι χρειάζεται να δουλέψουν διάμεσου αυτού του νόμου. Επομένως ο μάγος θα πρέπει να περιμένει μέχρι να έχει μια άλλη επιθυμία, η οποία να είναι όμοιας έντασης με αυτή που επιθυμεί να επιτύχει. Αυτή η επιθυμία τότε θα θυσιαστεί για να επιτευχθεί η πρώτη. Ένα παράδειγμα θα ήταν ο μάγος να επιλέξει μια στιγμή όπου κάποιος φίλος τελικά τον έχει απογοητεύσει, η πίστη στον φίλο του έχει καταρρεύσει και η θυσία της φιλίας θα ανταποκριθεί στο σκοπό του: Αυτή η άδεια 'οντότητα πίστης' και η επιθυμία του, ενώνονται για την επίτευξη του σκοπού του μέσω της χρήσης σφραγίδων ή ιερών γραμμάτων.

Έτσι ο ενασκούμενος βρίσκεται σε μια κατάσταση απόγνωσης, κατασκευάζει μια σφραγίδα για να τυποποιήσει την ευχή του και κάθεται σε στάση διαλογισμού. Καθαρίζει το μυαλό του από όλες τις σκέψεις, εκτός από την νοερή απεικόνιση της σφραγίδας (στο μυαλό του πλέον δεν υπάρχει πλέον μια «ευχή», αλλά ένα απλό γεωμετρικό σχήμα). Κατά τον διαλογισμό συγκεντρώνει την συνείδηση του σε ένα μέρος, ούτως ώστε κανένα εξωτερικό ερέθισμα να μην τον ενοχλεί.

Αυτό δημιουργεί ένα αίσθημα αποστασιοποιημένης ηρεμίας, μιας ισορροπίας πού θυμίζει το εδάφιο στο “The Book of Lies” του Κρόουλυ: «Το Σύμπαν βρίσκεται σε ισορροπία. Επομένως αυτός που δεν την έχει, ακόμη και αν η δύναμη του είναι σαν ένα φτερό, μπορεί να ανατρέψει το Σύμπαν».

Μόνο η σφραγίδα διατηρείται στη σκέψη, η οποία θα χρησιμοποιηθεί σαν το «δισκοπότηρο». Ανακαλώντας την συνείδηση του σε ένα σημείο, του δίνει ένα αίσθημα περιβάλλουσας απεραντοσύνης. Αυτός είναι το σημείο και γύρω του απλώνεται το άπειρο. Ο Κρόουλυ θα το περιέγραφε αυτό ως Χαντίτ και Νουίτ και πράγματι ο υπέρτατος γάμος στον οποίο αναφέρεται αντικατοπτρίζεται εδώ. Επειδή ο Σπέαρ λέει ότι πρέπει τώρα να φανταστεί μια ένωση που λαμβάνει χώρα μεταξύ αυτού και του εαυτού του (η μυστικιστική ένωση του Εγώ και του Απόλυτου). Αυτό θα πρέπει να οδηγήσει σε μια σεξουαλική έκσταση, αλλά η οποία δεν είναι επιθυμητό να εκδηλωθεί σε σωματικό επίπεδο. Το νέκταρ αυτής της έκστασης (το σαϊλαμπάμπ του Ήλιου και της Σελήνης) θα πρέπει να το πιούμε αργά, γουλιά-γουλιά από το δισκοπότηρο.

Η ορθή διανοητική κατάσταση θα πρέπει να είναι τέτοια όπου αυτός είναι πέραν όλων των επιθυμιών, το πρωταρχικό αντικείμενο του εγχειρήματος ξεχνιέται και του είναι πλέον αδιάφορο, εκτός απ’ το ότι διατηρεί ακόμη αυτή την φαινομενικά χωρίς νόημα σφραγίδα στο μυαλό του.

Αλλά αν αποτύχει και ακόμη νιώθει λαχτάρα για την επιθυμία του, τότε κινδυνεύει να του γίνει εμμονή. Αντί να πακεταριστεί τακτοποιημένα και να ρίχτει βαθιά στο ασυνείδητο, αυτή την στιγμή της εξαιρετικής τρωτότητας, η επιθυμία είναι πλέον ελεύθερη να καταλάβει το μυαλό του. Όλη η ελεύθερη ενέργεια της αρχικής απογοήτευσης βρίσκεται στην διάθεση της.

(ix)

Το επόμενο κεφάλαιο είναι μια «Σημείωση στη Διαφορά μεταξύ της Μαγικής Εμμονής (Ιδιοφυίας) και Τρέλας».

Κριτικάρει τον πνευματισμό με τρόπο που είναι συνήθης μεταξύ μάγων. Εκεί που ο μάγος συνειδητά επιλέγει μια εμμονή και επομένως έχει απόλυτη εξουσία πάνω της, μέσω της γνώσης του πώς να την δέσει, το παθητικό μέντιουμ αφήνει τον εαυτό του εκτεθειμένο σε άγνωστες εμμονές. Εάν η απρόσκλητη εμμονή στο μυαλό του γίνει τόσο δυνατή όσο το Εγώ του, τότε υπάρχει ένα σχίσμα στην προσωπικότητα, ένα χάσιμο του ελέγχου.

Ο Σπέαρ καταλήγει ότι Ασθένεια και Τρέλα εμφανίζονται όταν υπάρχει ελεύθερη ενέργεια εσωτερικά, που δεν έχει να παίξει κανένα ρόλο στην ζωτικότητα του οργανισμού. Αυτή η ελεύθερη ενέργεια, που θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί για την φόρτιση μιας σφραγίδας, είναι σαν ένα άνεργο εργατικό δυναμικό που, μη λαμβάνοντας μέρος στην ζωτική οικονομία, θα αναζητήσει την έκφραση μέσω της αντίστασης (αυτό υποδηλώνει μια αναλογία με μερικές θεωρίες που αφορούν τα καρκινικά κύτταρα).

(x)

Το επόμενο κεφάλαιο που φέρει το τίτλο «Σφραγίδες» (με υπότιτλο «Η Ψυχολογία της Πεποίθησης») μας λέει πολύ λίγα για σφραγίδες, εκτός του ότι μας θυμίζει στο τέλος, ότι δεν πρέπει να επιτραπεί στη μαγική σφραγίδα να επιστρέψει στη συνείδηση και να γίνει γνωστή, αλλά πρέπει να καταπιεστεί και να ξεχαστεί.

Ο Σπέαρ εισηγείται ότι η κατάσταση του μυαλού που είναι η πιο παραγωγική για ιδιοφυία είναι αυτή που είναι ανοικτή σε όλες τις αντιλήψεις και είναι ανήθικη, στο ότι επιτρέπει ελεύθερο συσχετισμό ιδεών, χωρίς τους αυστηρούς κανόνες περασμένων πεποιθήσεων ή γνώσεων.

Διερωτάται τι απέγινε η παιδική μας έκπληξη όταν βλέπαμε πράγματα για πρώτη φορά και τα θαυμάζαμε, ρωτώντας «παιδιαρώδεις» (δηλαδή φιλοσοφικές) ερωτήσεις. Δεν είναι επειδή ο κόσμος είναι πλέον στειρωμένος από τα μοτίβα «γνώσης» μας (δηλαδή πεποιθήσεις) και λειτουργεί έτσι ως μια κουρτίνα μεταξύ εμάς και της έκπληξης;

Η διαφορά μεταξύ αυτής της δεκτικότητας και της απαξιωμένης δεκτικότητας του πνευματιστή στο τελευταίο κεφάλαιο είναι ξεκάθαρο ότι χρειάζεται προσοχή, ή τουλάχιστο «αθωότητα»!

(xi)

Εδώ ακολουθεί ένα ωραίο κεφάλαιο με τίτλο «Το Υπό-Συνειδητό»

Ξεκινά ανακοινώνοντας ότι όλες οι ιδιοφυίες διαθέτουν ενεργό υπό-συνειδητό και επίσης έχουν και κάποιο, άσχετο, δυνατό ενδιαφέρον ή χόμπι που χρησιμεύει στο να αποσπά τη συνείδηση τους από τον στόχο τους, από καιρό σε καιρό, με αποτέλεσμα το υποσυνείδητο να μπορεί να δουλέψει πάνω του. Επομένως είναι εκείνη η έμπνευση που έρχεται σε απρόσμενες στιγμές. Σίγουρα απαιτεί μια προηγούμενη εξάντληση της συγκέντρωσης, αλλά είναι απίθανο να αναδυθεί σε αυτό το χρόνο, αλλά αντίθετα όταν η συνείδηση κουρασμένη στρέφεται αλλού ή όταν έχουμε «κοιμηθεί μαζί του» (ένα φυλλάδιο από τον Γ.Χ. Ίστον που τιτλοφορείται «Δημιουργική Σκέψη και Πώς να την Αναπτύξετε», ανατυπωμένο από την έκδοση του «Μηχανολογία» τον Αυγούστο του 1946 υποστηρίζει αυτή την παρατήρηση).

Γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να ξεχάσουμε την ευχή μας αφότου σφραγιδοποιηθεί. Ένα σημαντικό σημείο είναι ότι δεν είναι αποτελεσματικό να ευχόμαστε το αντίθετο της, διότι και αυτό μας υπενθυμίζει την αρχική μας ευχή. Αντί αυτού πρέπει να σκεφτόμαστε άσχετα θέματα.

Η ιδέα του Σπέαρ για το υπό-συνειδητό είναι περισσότερο συγγενική με το Συλλογικό Ασυνείδητο του Γιούνγκ, παρά με όποια άλλη κατώτερη λειτουργία. Προϋποθέτοντας μια εξελικτική ιστορία, τονίζει ότι όπως η εξελικτική μας ιστορία αναπαριστάται στην ανάπτυξη του εμβρύου, έτσι συμβαίνει και με ολόκληρη την ύπαρξη μας. Αν ο ανθρώπινος εγκέφαλος έχει αναπτυχθεί από το βασικό θηλαστικό μέρος του εγκέφαλου (αντί να δημιουργηθεί ανεξάρτητα και από θαύμα), τότε η βαθύτερη («βαθύτερη» διότι όπως φαίνεται η εξελικτική ανάπτυξη είναι προς τα έξω) του δομή πρέπει να είναι κοινή για όλα τα θηλαστικά συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου. Προχωρώντας προς τα πίσω, τα διάφορα εξελικτικά παρακλάδια συγκλίνουν και βρίσκουμε ότι κατέχουμε τα προσχέδια όλης της δημιουργίας, πίσω στη κυτταρική μας δομή η οποία αντανακλά παλαιότερες μορφές ζωής.

Έτσι, οπισθοδρομώντας μέσα σε αυτή την «Αποθήκη των Αναμνήσεων» μπορούμε να έρθουμε σε επαφή με όλα τα στρώματα προηγούμενων μορφών ζωής. Αλλά, η εξέλιξη είναι κυρίως μια διαδικασία αυξανόμενης πολυπλοκότητας, μειώνοντας έτσι την ικανότητα και την επιδεξιότητα. Μέσω της αργής διαδικασίας της συνειδητής σκέψης, ο Άνθρωπος πρέπει να αγωνιστεί για να υπερβεί τους φανερούς περιορισμούς του. Η τεχνολογία του, του παρέχει την ταχύτητα της λεοπάρδαλης, την ικανότητα να πετά και αντοχή στις καιρικές συνθήκες. Και όμως ακόμη δεν είναι ισχυρός όπως το μικρόβιο! Εν τούτοις μπορούμε να έρθουμε σε επαφή με αυτά τα βαθιά στρώματα χρησιμοποιώντας τις σφραγίδες του Σπέαρ και έτσι να αντλήσουμε απευθείας τις δυνάμεις τους.

Ο μόνος λόγος για τον οποίο οι συμβατικές μας μέθοδοι μάθησης και μελέτης έχουν αποτελέσματα είναι διότι μπορούν να προκαλέσουν αυτή την εξάντληση που εκτρέπουν την συγκέντρωση.

Όλες οι ιεροτελεστίες και τελετές είναι άχρηστες. Σχεδιάστηκαν αρχικά για να ψυχαγωγούν και αργότερα για να εξαπατούν. Όμως, ως συνήθως, οι απατεώνες καταντούν να εξαπατούν τους ίδιους τους εαυτούς τους περισσότερο από τα θύματα τους.

(xii)

Στο «Σφραγίδες. Πεποίθηση Με Προστασία» περιγράφει το σύστημα του με τις σφραγίδες. Η ακριβής διαδικασία δεν είναι πραγματικά σημαντική.

Από την αρχή μέχρι το τέλος του βιβλίου οι αναπαραστάσεις του είναι διακοσμημένες με όμορφες σφραγίδες διαφορετικών τεχνοτροπιών. Έχει τα δικά του μαγικά αλφάβητα. Χρησιμοποιεί έξι διαφορετικά αλφάβητα σε αυτό το βιβλίο και δεν εξηγά κανένα τους, διότι ένα μαγικό αλφάβητο είναι ένα σετ συμβόλων που επινοείς για να επικοινωνήσεις με το υποσυνείδητο σου και έτσι θα πρέπει να είναι του δικού σου, προσωπικού σχεδιασμού (ως η τέλεια «προσωπική» τράπουλα ταρώ). «Οι σφραγίδες είναι μονογράμματα της σκέψης».

Προτείνει να γράφουμε με έντονα κεφαλαία και να υπερθέτουμε τα γράμματα σε ένα μονόγραμμα. Έτσι η «ΓΥΝΑΙΚΑ» ("WOMAN") μπορεί για παράδειγμα να γίνει:

woman1  ή  woman2  ή  woman3

Με αυτό το τρόπο δείχνει πώς η επιθυμία «Αυτή είναι η επιθυμία μου να αποκτήσω την δύναμη μιας τίγρης» ("This my wish to obtain the strength of a tiger") μπορεί να μετατραπεί σε ένα μονόγραμμα.

Αυτή είναι η επιθυμία μου να αποκτήσω την δύναμη μιας τίγρης

Συνεχίζει περιγράφοντας μεθόδους χρήσης, κάνοντας κάποιον να διερωτάται αν τονίζει τις οδηγίες της «Ολοκληρωμένης Τελετουργίας» ή εάν δίνει μια εναλλακτική προσέγγιση. Μιλά για την απόκτηση κενότητας με κάποια μέσα, παραθέτοντας ως καλά παραδείγματα: μάντρας και ασάνα, γυναίκες και κρασί, τένις και υπομονή, ή περπατώντας με συγκέντρωση. Προσθέτει ότι κανένα από αυτά δεν είναι αναγκαίο για κάποιον που έστω και για μια στιγμή βιώνει την κατάσταση πέραν της δυαδικότητας, όπως μέσω του Ούτε-Ούτε. Τότε ίσως αυτό να είναι μια «μικρότερη» μαγεία για αυτούς που δεν έχουν κατακτήσει πλήρως την Ολοκληρωμένη Τελετουργία την οποία αναφέρει προηγουμένως;

Πράγματι, φαίνεται ότι ο Σπέαρ έχει ακολουθήσει το καλύτερο σχέδιο για ένα βιβλίο πρακτικής μαγείας: ξεκίνησε με τη θεωρία της τελειότητας (απωθώντας έτσι τους απλώς περίεργους), προχώρησε να περιγράψει την «Υψηλή Μαγεία» του, απωθώντας έτσι τους αδέξιους και μόνο τώρα μας λέει «πως να κάνουμε μαγεία».

Όταν κάποιος είναι εξαντλημένος, η μορφή της σφραγίδας κατακρατείται στο μυαλό μέχρι να γίνει ακαθόριστη και εξαφανίζεται, παίρνοντας μαζί της την επιθυμία.

(xiii)

Το επόμενο κεφάλαιο πάνω στο «Συμβολισμό» προεκτείνει την θεωρία στα σύμβολα γενικότερα. Περιγράφει το πώς ένας καλλιτέχνης μπορεί να γνωρίζει μια αλήθεια σε συμβολική μορφή πολύ πριν ο επιστήμονας την αποκαλύψει. Οι Αιγύπτιοι μέσω του τρόπου αυτού κατάλαβαν τη θεωρία της εξέλιξης (όπως φαίνεται από τις εικόνες των θεών τους), αλλά την είχαν καταλάβει μέχρι το σημείο που αυτή τους ήταν χρήσιμη στις ζωές τους. Δεν κυνήγησαν αυτή τη γνώση όπως έχουμε κάνει εμείς.

Οι απόψεις του για την τέχνη προεκτείνονται στο «Η Αυτόματη Ζωγραφική ως ένα Μέσο για την Τέχνη». Κάνει ένα παραλληλισμό με το δικό του νόμο της Αυτοαγάπης, ο οποίος είχε επιδοκιμαστεί ως ένας νόμος που επέτρεπε την ίδια του την υπέρβαση. Επειδή οι νόμοι της τέχνης υπάρχουν και εν τούτοις δεν χρειάζεται να τυραννούν. Μόλις ένας νόμος αρχίσει να κυριαρχεί είμαστε ελεύθεροι να δημιουργήσουμε μια ολοκληρωτικά καινούργια μορφή τέχνης, παραβιάζοντας αυτόν τον συγκεκριμένο νόμο.

Περιγράφει πως να χρησιμοποιηθεί μια σφραγίδα ως βάση για ένα αυτόματο σχέδιο. Πρώτα εκπαιδεύεις το χέρι να είναι ελεύθερο από αναστολές· να περιπλανηθεί ελεύθερα σε χαλαρούς κύκλους και καμπύλες (σε αντίθεση με τις μανιώδεις μουντζούρες της αγανάκτησης). Ακολούθως μια σφραγίδα χρησιμοποιείται για να ενεργοποιήσει το υποσυνείδητο στρώμα που αντιστοιχεί στην ποθούμενη εικόνα (εικονογραφεί ένα σχέδιο βασισμένο στο κάρμα ενός πουλιού), καθώς η συνείδηση περιορίζεται κάπου αλλού, για παράδειγμα κοιτάζοντας επίμονα τον αντίχειρα σου στο φως μιας δέσμης φεγγαρόφωτου μέχρι «να είναι ιριδίζων και να υποδηλώνει μια φανταστική αντανάκλαση του εαυτού σου..».

(xv)

Τελειώνει με το κεφάλαιο «Για τον Εαυτό μου», στο οποίο εξετάζει όλα όσα έχει κάνει και την αξία ή το «δίκαιο» του για να τα κάνει. Είναι τόσο προσεκτικός που ούτε καν τολμά να πιστέψει στις ίδιες του τις ιδέες και εν τούτοις: «Μπορεί να είμαι φτωχός, αλλά η ευχαρίστηση μου είναι πέραν της κατανόησης σας».

Είναι δύσκολο κάποιος να συγκρατήσει τον εαυτό του από το να κάνει μια ερώτηση για τον Σπέαρ, πού είναι μονάχα μια μικρή παραλλαγή της παλιάς ειρωνείας: «Αν είσαι τόσο έξυπνος γιατί δεν είσαι πλούσιος;» Εξ’ άλλου αν ήταν πράγματι η ιδιοφυία του Αϊνστάιν που οδήγησε στην ανακάλυψη της ατομικής δύναμης που τώρα κρατά τον κόσμο σε ισορροπία, γιατί απέτυχε στο να γίνει ένας παγκόσμιος δικτάτορας; Μπορείτε να πιστέψετε πραγματικά ότι δεν προσπάθησε;

Το "Tao Te Ching" λέει:

«Εγώ μονάχα είμαι αδρανής και δεν αποκαλύπτω οιωνούς

Σαν ένα μωρό που δεν έχει μάθει ακόμη να χαμογελά

Νωθρός σαν να μην έχω σπίτι στο οποίο να γυρίσω.

Τα πλήθη έχουν υπεραρκετά

Μόνο εγώ φαίνεται να θέλω.

Το μυαλό μου είναι αυτό ενός χαζού – πόσο άδειο!

Οι κοινοί άνθρωποι είναι διαυγείς

Μόνο εγώ είμαι νυσταγμένος

Οι κοινοί άνθρωποι βρίσκονται σε ετοιμότητα

Μόνο εγώ είμαι συγχυσμένος

Ήρεμος σαν τη θάλασσα

Σαν δυνατός αέρας που ποτέ δεν κοπάζει

Τα πλήθη έχουν σκοπό

Εγώ μονάχα είμαι χαζός και αλλόκοτος

Εγώ μονάχα είμαι διαφορετικός από τους άλλους

Και εκτιμώ το να τρέφομαι από την Μητέρα».

Ο Ώστιν Σπέαρ τελειώνει με την πρόταση:

«Αλίμονο, η ματαιότητα της ιδέας του Θεού δεν έχει φτάσει ακόμη στο όριο της, όλοι οι άνθρωποι είναι ψεύτες, φαίνεται να προσπαθούν να φτάσουν στην κορυφή της τρέλας: ενώ εγώ μονάχος σαν κάποιος πρόωρα γερασμένος, με την λογική να παραπαίει στο θρόνο της, παραμένω λογικός, σε θετική αγνότητα, ομολογώντας καμία συνείδηση, καμία ηθική, ένας παρθένος με σταθερό σκοπό».

(xvi)

Σ’ αυτό το δοκίμιο δεν έχω αναφέρει τις εικονογραφήσεις του, π.χ. «Η Στάση του Θανάτου: Ο Συμβολισμός της Προκαταρτικής Αίσθησης» όπου η φιγούρα δεν έχει κεφάλι και επομένως θυμίζει το διαλογισμό «πάνω στο να μην έχεις κεφάλι» (αντί αυτού το πρόσωπο βρίσκεται στην περιοχή της καρδιάς). Ούτε έχω λάβει υπόψη την ιστορία της ζωής του Σπέαρ. Ελπίζω όμως ότι αυτές οι σημειώσεις θα ενθαρρύνουν τους αναγνώστες να επιμείνουν με το “The Book of Pleasure”. Διότι η φύση της γραφής του Σπέαρ είναι τέτοια που είναι πιθανόν να διαβάσεις ολόκληρο το βιβλίο για πρώτη φορά και να μην αποκομίσεις απολύτως τίποτα από αυτό. Ωστόσο μην αποθαρρύνεστε, η επαναλαμβανόμενη ανάγνωση είναι ικανοποιητική. Τουλάχιστον ο Σπέαρ έχει την ευπρέπεια να κάνει τα βιβλία του ΣΥΝΤΟΜΑ.

Από Lionel Snell
Πρωτοδημοσιεύτηκε στο “Agape”, 1975

Κύλιση στην Αρχή